Είναι βράδια σαν αυτό που κάτι με τρώει μέσα μου. Κάτι με σπρώχνει για αλλού.
Θυμάμαι παρόμοια βράδια στο Leeds να κοιτάζω από το παραθυράκι της κουζίνας του Rushdie τα φώτα των αυτοκινήτων που ταξίδευαν για τον M1. Εκείνα τα βράδια ήθελα να ήμουν μόνος ή με παρέα στο Φανάρι στο Αργοστόλι να αγναντεύω το Ιόνιο.
Αργότερα στην Πάτρα, σε εκείνο το μοναχικό δυάρι στην Πλατεία Πυροσβεστίου, ονειρευόμουν να επιστρέψω στο Santiago de Compostella, να καθήσω στο πάρκο και να αγναντέψω τα φώτα της παλιάς πόλης. Ύστερα σιγά - σιγά να γλιστρήσω στα στενά σοκάκια και να χαθώ ανάμεσα στον κόσμο, και τα φώτα των μαγαζιών ψάχνοντας τον Καθεδρικό.
Πολλές φορές που η δουλειά με δένει πιεστικά στη σιδερένια μπάλα μου, πίσω από τα κάγκελα του γραφείου μου, ονειρεύομαι ταξίδια πίσω στην πανεπιστημιακή ζωή, την έρευνα και τα αμφιθέατρα (αν και από άλλη πλέον θέση).
Τα βράδια στο σπίτι ονειρεύομαι ταξίδια στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σε μικρά χωριά και άγνωστα μέρη με ένα μικρό μαγνητόφωνο, μία φωτογραφική μηχανή να κυνηγάω εικόνες, ήχους και γεύσεις ζωής που εξαφανίζονται.
Απόψε όμως, απόψε, θα ήθελα να ήμουν φοιτητής, όχι όμως οποιοσδήποτε φοιτητής. Θα προτιμούσα να σπουδάζω Φιλοσοφία ή Πολιτικές Επιστήμες στη Αγγλία, την Ισπανία ή σε κάποια ξεχασμένη γωνιά της Ελλάδας. Και φυσικά όχι μόνος! Θα ήθελα συμφοιτητή μου το φίλο Νίκο. Και θα ήθελα συμφοιτητή το φίλο Νίκο για τον ίδιο λόγο (έναν από τους πολλούς) που συχνά απολαμβάνω την φιλία και την παρέα μας. Και εξηγούμαι: Υπάρχει μια διαλεκτική (με τη μαρξιστική έννοια) σχέση ανάμεσα μας που ποτέ δεν έχουμε συζητήσει. Εγώ την κατάλαβα έντονα από μία συζήτηση μας για την Αγγλία και το ποδόσφαιρο: μου έκανε εντύπωση η περιγραφή των εικόνων για την ιεροτελεστία της επίσκεψης στο γήπεδο, σημαντικού κομματιού της Αγγλικής κοινωνικής ζωής. Έζησα τρία χρόνια στην Αγγλία (πτυχίο) και για άλλα έξι την επισκεπτόμουν για τρεις με έξι μήνες κάθε χρόνο (το άτιμο το διδακτορικό). Είδα ελάχιστα πράγματα από την Αγγλία, συναναστράφηκα λίγο με τους ανθρώπους, έκανα λίγες παρέες. Δεν πήγα ποτέ για ποδόσφαιρο! Δεν γνώρισα όσα θα ήθελα να έχω γνωρίσει. Δεν συναναστράφηκα με όσους θα ήθελα να έχω συναναστραφεί. Βλέπετε, για δικούς μου (δικαιολογημένους ή αδικαιολόγητους) λόγους είχα «διαβατήριο» πρόσφυγα και μέτοικου. Οτιδήποτε ξέφευγε από το σκοπό και τον αγώνα ήταν προδοσία.
Ο φίλος μου ο Νίκος πρέπει να ήταν αλλιώς, ή τουλάχιστον αλλιώς τον έχω ζωγραφίσει στο μυαλό μου μέσα από τις διηγήσεις του. Από αυτά που έχω ακούσει, θα τον ήθελα συμφοιτητή - οδηγό στην Αγγλία να μου δείξει αυτά που δεν είδα και να μου γνωρίσει αυτούς που δεν γνώρισα, θα τον ήθελα συμφοιτητή - συνταξιδιώτη στα στενά του Santiago για να ανακαλύψει τις γωνιές που μου ξέφυγαν ή ως μοναχικός επισκέπτης απέφυγα να εξερευνήσω. Αν ήταν σε μια ξεχασμένη γωνιά της Ελλάδας θα τον ήθελα συμφοιτητή - συνεργάτη για να προσπαθήσουμε να ολοκληρώσουμε (στον Πανεπιστημιακό χώρο) αυτό που αφήσαμε ημιτελές στην πτέρυγα μάχης που συναντηθήκαμε εν μέσω «Παρμενίωνα».
Φίλε Νίκο, δύο ποτήρια κόκκινο κρασί και το έμφυτο βίτσιο μου να ονειροπολώ οδήγησαν το κείμενο της ανάρτησης ως εδώ. Ξέρω ότι είναι πολλά αυτά που μας κρατάνε από το να φτάσουμε Αγγλία ή Santiago και αρκετά από αυτά είναι πολύ γλυκά για να τα πεις εμπόδια. Ωστόσο οι ξεχασμένες γωνιές τις Ελλάδας είναι εδώ. Η πρό(σ)κληση είναι ανοιχτή (αν και αναγνωρίζω ότι είσαι ο αρχικός εμπνευστής της)! Εγώ απλά φροντίζω να την ενισχύσω έναντι της πραγματικότητας και των δυσχερειών που οσφρίζομαι στον αέρα.
Αφήνω την πρόσκληση ως φιάλη στο πέλαγο και αναμένω...
Θυμάμαι παρόμοια βράδια στο Leeds να κοιτάζω από το παραθυράκι της κουζίνας του Rushdie τα φώτα των αυτοκινήτων που ταξίδευαν για τον M1. Εκείνα τα βράδια ήθελα να ήμουν μόνος ή με παρέα στο Φανάρι στο Αργοστόλι να αγναντεύω το Ιόνιο.
Αργότερα στην Πάτρα, σε εκείνο το μοναχικό δυάρι στην Πλατεία Πυροσβεστίου, ονειρευόμουν να επιστρέψω στο Santiago de Compostella, να καθήσω στο πάρκο και να αγναντέψω τα φώτα της παλιάς πόλης. Ύστερα σιγά - σιγά να γλιστρήσω στα στενά σοκάκια και να χαθώ ανάμεσα στον κόσμο, και τα φώτα των μαγαζιών ψάχνοντας τον Καθεδρικό.
Πολλές φορές που η δουλειά με δένει πιεστικά στη σιδερένια μπάλα μου, πίσω από τα κάγκελα του γραφείου μου, ονειρεύομαι ταξίδια πίσω στην πανεπιστημιακή ζωή, την έρευνα και τα αμφιθέατρα (αν και από άλλη πλέον θέση).
Τα βράδια στο σπίτι ονειρεύομαι ταξίδια στην Ελλάδα και το εξωτερικό, σε μικρά χωριά και άγνωστα μέρη με ένα μικρό μαγνητόφωνο, μία φωτογραφική μηχανή να κυνηγάω εικόνες, ήχους και γεύσεις ζωής που εξαφανίζονται.
Απόψε όμως, απόψε, θα ήθελα να ήμουν φοιτητής, όχι όμως οποιοσδήποτε φοιτητής. Θα προτιμούσα να σπουδάζω Φιλοσοφία ή Πολιτικές Επιστήμες στη Αγγλία, την Ισπανία ή σε κάποια ξεχασμένη γωνιά της Ελλάδας. Και φυσικά όχι μόνος! Θα ήθελα συμφοιτητή μου το φίλο Νίκο. Και θα ήθελα συμφοιτητή το φίλο Νίκο για τον ίδιο λόγο (έναν από τους πολλούς) που συχνά απολαμβάνω την φιλία και την παρέα μας. Και εξηγούμαι: Υπάρχει μια διαλεκτική (με τη μαρξιστική έννοια) σχέση ανάμεσα μας που ποτέ δεν έχουμε συζητήσει. Εγώ την κατάλαβα έντονα από μία συζήτηση μας για την Αγγλία και το ποδόσφαιρο: μου έκανε εντύπωση η περιγραφή των εικόνων για την ιεροτελεστία της επίσκεψης στο γήπεδο, σημαντικού κομματιού της Αγγλικής κοινωνικής ζωής. Έζησα τρία χρόνια στην Αγγλία (πτυχίο) και για άλλα έξι την επισκεπτόμουν για τρεις με έξι μήνες κάθε χρόνο (το άτιμο το διδακτορικό). Είδα ελάχιστα πράγματα από την Αγγλία, συναναστράφηκα λίγο με τους ανθρώπους, έκανα λίγες παρέες. Δεν πήγα ποτέ για ποδόσφαιρο! Δεν γνώρισα όσα θα ήθελα να έχω γνωρίσει. Δεν συναναστράφηκα με όσους θα ήθελα να έχω συναναστραφεί. Βλέπετε, για δικούς μου (δικαιολογημένους ή αδικαιολόγητους) λόγους είχα «διαβατήριο» πρόσφυγα και μέτοικου. Οτιδήποτε ξέφευγε από το σκοπό και τον αγώνα ήταν προδοσία.
Ο φίλος μου ο Νίκος πρέπει να ήταν αλλιώς, ή τουλάχιστον αλλιώς τον έχω ζωγραφίσει στο μυαλό μου μέσα από τις διηγήσεις του. Από αυτά που έχω ακούσει, θα τον ήθελα συμφοιτητή - οδηγό στην Αγγλία να μου δείξει αυτά που δεν είδα και να μου γνωρίσει αυτούς που δεν γνώρισα, θα τον ήθελα συμφοιτητή - συνταξιδιώτη στα στενά του Santiago για να ανακαλύψει τις γωνιές που μου ξέφυγαν ή ως μοναχικός επισκέπτης απέφυγα να εξερευνήσω. Αν ήταν σε μια ξεχασμένη γωνιά της Ελλάδας θα τον ήθελα συμφοιτητή - συνεργάτη για να προσπαθήσουμε να ολοκληρώσουμε (στον Πανεπιστημιακό χώρο) αυτό που αφήσαμε ημιτελές στην πτέρυγα μάχης που συναντηθήκαμε εν μέσω «Παρμενίωνα».
Φίλε Νίκο, δύο ποτήρια κόκκινο κρασί και το έμφυτο βίτσιο μου να ονειροπολώ οδήγησαν το κείμενο της ανάρτησης ως εδώ. Ξέρω ότι είναι πολλά αυτά που μας κρατάνε από το να φτάσουμε Αγγλία ή Santiago και αρκετά από αυτά είναι πολύ γλυκά για να τα πεις εμπόδια. Ωστόσο οι ξεχασμένες γωνιές τις Ελλάδας είναι εδώ. Η πρό(σ)κληση είναι ανοιχτή (αν και αναγνωρίζω ότι είσαι ο αρχικός εμπνευστής της)! Εγώ απλά φροντίζω να την ενισχύσω έναντι της πραγματικότητας και των δυσχερειών που οσφρίζομαι στον αέρα.
Αφήνω την πρόσκληση ως φιάλη στο πέλαγο και αναμένω...
Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε Καίσαρ να σε σώσει
Κάτι που πάντα βρίσκεται σε αιώνια εναλλαγή
Κάτι που σκίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων
Και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατελείωτη γη
Κάτι που θα 'κανε γοργά να φύγει το κοράκι
Που του γραφείου σου πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά
Να φύγει κράζοντας βραχνά χτυπώντας τα φτερά του
Προς κάποια ακατοίκητη κοιλάδα του νοτιά
Μακριά πολύ μακριά να ταξιδεύουμε
κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει
Εσύ τσιγάρο CAMEL να καπνίζεις ναι
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω Whiskey
Οι πολιτείες ξένες να μας δέχονταν
οι πολιτείες οι πιο απομακρυσμένες
Κι εγώ σ’ αυτές απλά να σε εσύσταινα
σαν σε παλιές γλυκές μου αγαπημένες
Κάτι που θα ‘κανε τα υγρά παράδοξα σου μάτια
Που αβρές μαθητριούλες τ’ αγαπούν και σιωπηροί ποιητές
Χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουνε
Με κάποιο τρόπο που όπως λεν δεν γέλασαν ποτέ
Γνωρίζω κάτι που μπορούσε βέβαια να σε σώσει
Εγώ που δεν σε γνώρισα ποτέ για σκέψου εγώ
Ένα καράβι να σε πάρει Καίσαρ να μας πάρει
Ένα καράβι που πολύ μακριά θα τ’οδηγώ
Μακριά πολύ μακριά να ταξιδεύουμε
κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει
Εσύ τσιγάρο CAMEL να καπνίζεις ναι
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω Whiskey
Και μια βραδιά στην Μπούρμα ή στην Μπατάβια
Στα μάτια μιας ινδής που θα χορέψει
Γυμνή στα 17 στιλέτα ανάμεσα
θα δείτε την Γκρέτα να επιστρέψει
ΓΠΚ (στο πεζό!), Νίκος Καββαδίας στο έμμετρο
6 σχόλια:
Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που ανέβασες την ανάρτηση mind the gap, η οποία -αν θυμάσαι- έγραψα ότι με φόρτισε συναισθηματικά, επειδή είχε αναφορές στο νησί.
Ευθύς ανέβασα μια ανάρτηση με τίτλο αυτοβιογραφία, ένα ποίημα του Κοντού, που περιγράφει τι ένιωθα εκείνη την περίοδο της ζωής μου. Την κατάστασή μου και τον τρόπο που βίωνα όσα με περιτριγύριζαν. Το ποίημα αυτό (επ)αναρτώ γιατί κάτι μέσα μου λέει ότι σχετίζεται και με σένα. Μελέτησέ το…
ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ του Γιάννη Κοντού.
Στα δεκαπέντε, ένα βράδυ
έφυγα από τον κινηματογράφο ακολουθώντας
τη Νάταλι Γούντ και τον Τζέιμς Ντιν.
Θυμάμαι κάτι μεγάλα δωμάτια και μέσα
άλλα μικρά δωμάτια σαν καμαρίνια.
Σε ένα από αυτά τα μάτια της Ρίτας Χαίηγουορθ
με παρακολουθούσαν με έκπληξη. Αργότερα γνώρισα
το Μάρλον Μπράντον που γελούσε με τα σπασμένα μου
αμερικάνικα και μου χάριζε φορεμένα λευκά φανελάκια
και μαύρες μπότες παλιές. Έμεινα χρόνια κοντά τους,
κάτι ρολάκια έπαιξα κι εγώ. Έκανε κρύο παντού
και μιλούσα ελληνικά δυνατά στους τοίχους,
στα δέντρα και στις μηχανές. Τη γλώσσα μου
δεν την άφησα να παγώσει, να ξεχαστεί.
Ταξίδεψα πολύ. Παντρεύτηκα δυο φορές.
Παιδιά δεν έχω. Φίλους έχω.
Ζωγράφιζα που και που.
Κυρίως όμως έπαιζα άλτο σαξόφωνο.
Το κανονικό μου επάγγελμα αργότερα
ήτανε του κομπάρσου. Σε χιλιάδες ταινίες:
άνοιγα πόρτες, καθόμουνα ακίνητος,
κυνηγούσα σκύλους, με κυνηγούσαν δολοφόνοι,
κολυμπούσα με τις ώρες ή έκανα το σοφέρ
στα αφεντικά, και άλλα πολλά της ζωής.
Πολλές φορές έπεσα από ουρανοξύστες.
Όχι από απελπισία, αλλά για να με γράψει
το βιβλίο Γκίννες. Πέφτοντας έβλεπα ανάποδα
τους ανθρώπους στα διαμερίσματα,
να κάνουν τις καθημερινές τους ασχολίες.
Προσγειωνόμουνα ομαλώς στην άσφαλτο ή σκάλωνα
στα σύρματα του ηλεκτρικού ή σε κοντάρια
σημαιών που κυμάτιζαν στην πρόσοψη του κτιρίου.
Λέγαν: ο Έλληνας ξέρει κόλπα, μπορεί να πετάει.
Για μήνες έβρεχε συνέχεια και σε κάτι τσίγκινα
υπόστεγα έπινα παρέα με άλλα ρεμάλια,
συνήθως γέρους Ινδιάνους, χωρίς ουσιαστικά
πολιτικά δικαιώματα.
Ένα φεγγάρι δούλεψα σε τσίρκο.
Καθάριζα τους ελέφαντες και τα φίδια.
Ακόμα δούλεψα σε ασφάλειες ζωής.
Εγώ, ο ανέστιος, ο άπελπις, ο διψασμένος.
Ένα φιλί ή ένας στίχος με ακολουθούσαν
για χρόνια στη ζωή μου. Άλλες φορές
ξεχάστηκαν σαν πυροβολισμός μέσα στη νύχτα.
Μετανάστης ήμουνα, σε υπόγεια ήμουνα,
γένια άφηνα, σκέψεις άφηνα, ψύλλους γύμναζα,
χωρίς ποτέ να καταφέρω τίποτα.
Τώρα ασκώ το επάγγελμα του υποβολέα.
Σβήνοντας τα φώτα, δυναμώνει η φωνή μου,
παίρνουν μπρος τα κουρασμένα σώματα
και αρχίζει η παράσταση.
Τώρα σε μια άλλη ανάρτηση, πιο πρόσφατη, με τίτλο Ο τελευταίος άνθρωπος, έγραψα κάτι λίγα λόγια για τον άνθρωπο, που μου έμαθε πάρα πολλά. Πάρα πολλά… Για την ιστορία ο άνθρωπος αυτός εικονίζεται στον δεύτερο πίνακα που ανέβασα μαζί με την ανάρτηση.
Την αυτοκριτική μου για τη ζωή στο νησί, για τον τρόπο που μέχρι κάποιο σημείο αντιμετώπιζα τους ντόπιους κλπ. την έκανα, επειδή όμως νιώθω ότι δεν την ολοκλήρωσα, ίσως κάποια στιγμή να επεκταθώ. Ίσως και να γράψω για τους λόγους της μεταστροφής, ωστόσο τα συναισθήματα με διαλύουν και δυσκολεύομαι. θα δω. θα προσπαθήσω.
Κατά τα άλλα, επειδή πάλι με φόρτισες, επαναλαμβάνω …
είναι που ονειρεύεται πως φεύγει για ταξίδια, πως μπαίνει μέσα σε παλιές φωτογραφίες.
Είθε το ταξίδι να το κάνουμε. Και θα το κάνουμε.
ΥΓ1. Εντάξει για τη δυσπαρευνία καλά έκανες και δεν έγραψες ΥΓ. Την παρούσα ανάρτηση γιατί την κουτσούρεψες;
ΥΓ2. Τι μας χωρίζει από το να ολοκληρώσουμε (στον Πανεπιστημιακό χώρο) αυτό που αφήσαμε ημιτελές στην πτέρυγα μάχης που συναντηθήκαμε εν μέσω «Παρμενίωνα»;
Τα ηθικά νικομάχεια του Αριστοτέλη, η δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως του Τζον Λόκ και η θεωρία της δικαιοσύνης του Τζον Ρόουλς. Θα σου εξηγήσω σε εύθετο χρόνο τι εννοώ…
Τα υστερόγραφα στις ομαδικές περιπέτειες δεν μπαίνουν έτσι αβίαστα. Στην συγκεκριμένη (ΥΓ 2 δικό σου) δεν έχω την αποκλειστική νομή και επικαρπία (που θα έλεγε και ο φίλος Μπίλης). Σκοπίμως λοιπόν δεν μπήκε υστερόγραφο, αφ' ενός γιατί σε αναμένω και αφ' ετέρου γιατί στο θέμα της ανάρτησης (που συνόψισες με τους δύο τελευταίος στίχους) ποτέ δεν μπαίνει υστερόγραφο...
Θα πω μονάχα κάτι σημαντικό: αυτό που με προκάλεσε η Φούσκα και οι περιπέτειες που αναδύονται απ' αυτή να κάνω, κρύβεται εντός μου κάπου 18 χρόνια τώρα (ακριβώς η μισή μου ζωή). Τίποτα στην ζωή μας δεν συμβαίνει τυχαία, όχι γιατί υπάρχει κανένας άνωθεν προγραμματισμός, αλλά γιατί η ενέργεια (κάθε μορφής) διαμορφώνει τα πράγματα: όταν ισορροπεί δημιουργεί στέρεες καταστάσεις, όταν δεν βρίσκεται σε ισορροπία προκαλεί ενδιαφέρουσες και σημαντικές αλλαγές! (πω πω, διαλεκτική σε μπλογκοσχόλιο - γουστάρω!)
Ένα από τα πολλά βιβλία που δούλευα εντός μου (κάπου μετά την πτέρυγα μάχης) ήταν οι "επιστολές ενός εξόριστου" σε μια μελλοντική δυστοπία που θα ξεσπούσαν όλα αυτά τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά περίεργα της εποχής μας. Έκτοτε διάβασα τον Aldux Huxley και με κάλυψε προσωρινά. Ωστόσο υπάρχει κάτι που δεν γνωρίζεις: πολλές επιστολές ξεκινούσαν με το "Αγαπητέ Φίλε Νίκο...". Αυτά τουλάχιστον 4-5 χρόνια πριν τη Φούσκα. Just for the record!
ΓΠΚ
ΥΓ: Υπάρχει μια περιπέτεια που την έχουμε αφήσει στη μέση. Θυμάσαι; Έχει σχέση και με την παλαιοντολογία και την ανθρωπολογία!
αγαπημενε Γιωργο ,
με λυπει αφανταστα το γεγονος ,οτι μεσα απο την τελευταια σου αναρτηση ,βγαζεις μια μελαγχολια .
Δεν με ξενιζει αυτο καθαυτο το γεγονος ,γνωριζοντας σε προσωπικα .Αλλωστε ,ολοι οι συνταξιδευτες-"Οδυσσεες" της φουσκας μας ,αρεσκονται τοσο στις "πνευματικες" ,οσο και στις "ταξιδιωτικες" Οδυσσειες .Ουτε θα σχολιασω ,μια μελαγχολικη διαθεση ,που εχει να κανει με ενα προσωπικο σου ονειρο .
Απλα ,η αναρτηση σου απορρεει και μια μοναξια ,οχι πρωτογνωρη .Σε αυτην στοχευω.
Και θα σου θυμισω το ποτε .
Πριν λιγα ,χρονια ,ζουσα καποιο κομματι της ανθρωπινης Οδυσσειας μου .Η ραψωδια μου ,που αναφεροταν στο νησι της Κιρκης ...
Τοτε , λοιπον ,μου ειχες περιγραψει ,κατι παρομοιο..."Πολλές φορές που η δουλειά με δένει πιεστικά στη σιδερένια μπάλα μου, πίσω από τα κάγκελα του γραφείου μου, ονειρεύομαι ταξίδια ..."
Τοτε ,ειχα αντιδρασει ,αποτομα ,ασχημα ,αλλα το κολπο ειχε πιασει .Μετα απο λιγες ημερες ,γευομασταν μαζι τα "φρουτα" του "βασιλειου" και εσυ μια δοση ληθης ,που δικαιοσουν ,μετα απο χρονια συνεχους δουλειας.
Πολυ απλα ,νομιζω ,οτι στις μοναξιες σου ,πρεπει καποιος να σου σπαει με μια πετρια την λαμπα ,στον μοχαχικο επαρχιακο δρομο της ζωης σου .Αυτο προσπαθω να κανω ,τωρα .Να ξερεις ,οτι ,στις μοναξιες σου ,ειμαστε διπλα σου
Τσίμπησες ντόκτορ!
Το "μοναχικό" της ανάρτησης απαιτεί συγκριτική σημειολογία για να κατανοηθεί: το δικό μου "μοναχικό" έχει πολύ περισσότερο κόσμο, πολύ περισσότερες (η τουλάχιστον ουσιαστικότερες) ανθρώπινες σχέσεις και πολύ περισσότερη ζωή από το "ομαδικό" πολλών ανθρώπων. Το ξέρουν μερικοί και μερικές που με γνωρίζουν καλά ότι το δικό μου "λίγο" πέφτει πολύ στον μέσο πληθυσμό.
Μην τη φοβάσαι την "μοναξιά" - τουλάχιστον όχι αυτή που περιγράφω εγώ - γιατί έχει πολύ κίνηση και πολύ σκέψη μέσα της. Και η σκέψη όπως θα έλεγε και ο Λένιν "είναι μία πράξη που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί".
Αν κατάλαβες από το σχόλιο μου, στο σχόλιο του Νίκου, το "θα ήθελα να ήμουν..." ή το "είναι που ονειρεύεται πως φεύγει για ταξίδια, πως μπαίνει μέσα σε παλιές φωτογραφίες" δεν πρόκειται να μας εγκαταλείψει ποτέ! It is in our nature!
Η "σιδερένια μπάλα του γραφείου" είναι το τίμημα για να αποκτήσει κανείς τα απαραίτητα εφόδια για τα "ταξίδια". Άλλες φορές βαραίνει και άλλες φορές γελάμε μαζί της όταν γελάει μαζί μας.
Η πέτρα στην λάμπα είναι πάντα ευπρόσδεκτη από έναν "επιστήμονα" στις βολές, ωστόσο όσες πέτρες και αν ρίξεις, όσες λάμπες και αν σπάσεις δεν θα καταφέρεις να νικήσεις (μόνος εσύ) την μοναξιά της εποχής μας που, όντως, μερικές φορές μου κάνει την επίσκεψη. Αυτή την μοναξιά την νικάει κανείς (η τουλάχιστον την διασκεδάζει) μόνο με "αντίσταση και αγώνα" και πάντα ομαδικά.
Αν θες να ξέρεις, για να αντισταθώ στην μοναξιά της εποχής έκανα εκείνη την Αυγουστιάτικη παρέμβαση στη ζωή σου, για να αντισταθούμε στο ρεύμα της εποχής επιμένουμε μετά από 7 και κάτι χρόνια να είμαστε μαζί οι τύποι που γέμιζαν το φιλόξενο (όχι όμως για τους Γκορμπατσωφικούς) τετράτροχο του Νίκου.
Για να νικήσουμε την εποχή μας μπήκαμε στη Φούσκα και ακολουθούμε την δυναμική της.
Γ.
Ενδιαφέρον διάλογος. Θέλω βέβαια και εγώ με τη σειρά μου να στηλιτεύσω την εμμονή των γκορμπατσοφικών να καταλαβαίνουν κάτι διάφορο απ'αυτό που εννοούν οι υπόλοιποι. Στην παγίδα αυτή έπεσε άθελά του και ο παράκελσος.
Ωστόσο υποκλίνομαι στο μεγαλείο της ψυχής του, αφού για μια ακόμα φορά έδειξε απίστευτα αντανακλαστικά όταν θεώρησε ότι κάποιος δικός του έχει πρόβλημα. Σε αυτές τις συμπεριφορές μας έχει συνηθίσει.
Στον διάλογό σας περί μοναξιάς να συνεισφέρω μόνο ότι, κατά την άποψή μου, είναι και η μοναξιά σαν τους ανθρώπους.
Υπάρχει αυτή που δεν γεννήθηκε ακόμη, αυτή που θα’ρθει στο μέλλον, από την οποία δεν θα ξεφύγει κανείς και μακάρι να υπάρχουν δίπλα μας παράκελσοι, όπως επίσης υπάρχει και η μοναξιά που πέθανε, αυτή που όλοι λίγο – πολύ κάποια στιγμή βιώσαμε, η οποία είναι φορές που σαν φάντασμα εμφανίζεται στη ζωή μας. Και μετά φεύγει … για να επιστρέψει πάλι κοκ.
Πάλι μαλακίες γράφω, συνεχίστε μόνοι σας.
Όχι σύντροφε, δεν γράφεις μαλακίες.
Όντως ο Παράκελσος είναι τοιούτος (με την καλή την έννοια πάντα) ... άνθρωπος. Έχει αντανακλαστικά και γρήγορα και καλής ποιότητας. Αυτό του το αναγνωρίζω και εγώ! Απλά τον έχω εκπαιδεύσει σε σκληρά λόγια, σε βαριές κουβέντες και σε δύστροπη κριτική (από πλευράς μου). Γι' αυτό αυτοπροσδιοριστήκαμε ως οι "γέροι του Μάπετ Σόου". Αν του έλεγα καλή κουβέντα για τα καλά αντανακλαστικά του θα άρχιζε να ανησυχεί για την υγεία μου!
Και για να καταλάβει και ο Γκορμπατσωφικός σύντροφος την έννοια του "θα ήθελα να ήμουν...":
Απόψε θα ήθελα να ήμαστε και οι τρεις στην Ανάφη, ο γιατρός να κάνει "δημόσιες σχέσεις", εσύ χάζι με όλους μας και εγώ να χορεύω με την Αθηνά!
Θυμάσαι γιατρέ;
Δημοσίευση σχολίου