Πέρασαν χρόνια πολλά από το συμβάν. Αλήθεια πότε έγιναν όλα;
Για την ημερομηνία δεν είναι σίγουρος. Άλλωστε είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι ποτέ δεν ήταν σίγουρος για τις ημερομηνίες. Ούτε για τα ονόματα. Για τίποτα δεν είναι σίγουρος. Θυμάμαι ότι με απολογητικό ύφος μου’λεγε ότι μόνο τα καθαρά πρόσωπα τον ενδιαφέρουν και τα συναισθήματα, τα υπόλοιπα, λέει, δεν τα συγκρατούσε εύκολα.
Πρέπει όμως να ήταν χειμώνας του 1990. Άφηνε πίσω του τον κόσμο της αθωότητας και έμπαινε σε έναν θαυμαστό καινούριο κόσμο. Τον κόσμο της αμφισβήτησης και της διαμαρτυρίας. Επιτέλους ζούσε.
Περπατούσαν μαζί στην Κανακάρη, όταν ξαφνικά σταμάτησαν σε ένα μικρό βιβλιοπωλείο, στην Στοά, δίπλα στις 9 Μούσες, για να αγοράσει η μάνα του ένα βιβλίο.
Από την αρχή κατάλαβε φυσικά ότι η σκέψη της ήταν υστερόβουλη. Κάτι άλλο πρέπει να είχε στο μυαλό της. Υποψιάστηκε ότι στην προσπάθειά της να «τον βάλει στον ίσιο δρόμο», σκόπευε να αγοράσει ένα βιβλίο για αυτόν και όχι για την ίδια. Δεν της χάλασε το χατίρι και κρυφογελώντας την ακολούθησε στο βιβλιοπωλείο.
Αφού πρώτα η μάνα του και ο ευτραφής βιβλιοπώλης αντάλλαξαν τις τετριμμένες κουβέντες, που επέβαλε η αστική τους ευγένεια, η μάνα του επιδόθηκε σε μια ολιγόλεπτη αναζήτηση κάποιου βιβλίου. Γρήγορα όμως αποκαρδιώθηκε, αφού δήθεν δεν έβρισκε το βιβλίο που έψαχνε.
Τότε άκουσε αυτό που υπομονετικά τόση ώρα περίμενε.
«Μήπως, αγαπητέ, έχετε κάποιο βιβλίο να προτείνετε στον Γιώργο;».
Τότε δεν κρατήθηκε και ξέσπασε σε γέλια, έτσι ώστε να καταλάβει η μάνα του ότι γνώριζε το σχέδιό της. Τον είδε να μπαίνει σε μία αποθηκούλα και να προσποιείται ότι ψάχνει για το βιβλίο που θα ταίριαζε σε έναν πιτσιρικά με αδιάφορο και λίγο καχύποπτο βλέμμα. Ένα περίεργο παιδί. Έναν φυσιολογικό έφηβο.
Όταν γύρισε κρατούσε στα χέρια του ένα βιβλίο σχετικά μικρό, με περίεργο τίτλο και ακόμα πιο περίεργο εξώφυλλο.
Αυτό που του έκανε εντύπωση βέβαια ήταν ότι ο βιβλιοπώλης, ξεπερνώντας κάθε όριο, του δήλωσε ότι χάρηκε πολύ που τον γνώρισε!!! Του’ρθε να τον ρωτήσει πότε πρόλαβε και τον «γνώρισε» ο μαλάκας, αλλά προτίμησε να αφήσει ασχολίαστη την υποκρισία του έμπορου βιβλίων, γιατί δεν ήθελε να φέρει σε δύσκολη θέση τη μάνα του...
Εννοείται ότι όταν έφτασε σπίτι εναπόθεσε το βιβλίο στην μοναξιά της βιβλιοθήκης του.
Πέρασαν κάποια χρόνια, πρέπει να ήταν πλέον καλοκαίρι του 1994 ή του 1995, δεν θυμάται καλά, όταν ένα απόγευμα το βλέμμα του έπεσε πάνω στο βιβλίο, το οποίο έπιασε στα χέρια του και άρχισε δειλά – δειλά να το ξεφυλλίζει.
Στην αρχή με δυσπιστία, αφού γνωρίζοντας πάρα πολύ καλά τις θεωρίες της μάνας του, νόμιζε ότι το βιβλίο θα πραγματεύεται ζητήματα άσχετα με τα ενδιαφέροντά του.
Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι το συγκεκριμένο βιβλίο καμία σχέση δεν είχε με τα «πιστεύω» της μάνας του, κάτι που επιβεβαιωνόταν σε κάθε σελίδα του. Έκτοτε το βιβλίο αυτό το έχει διαβάσει αρκετές φορές.
Το μεγαλύτερο μέρος της δικής του κοσμοθεωρίας διαμορφώθηκε και εδράζεται στο περιεχόμενο του βιβλίου αυτού.
Αυτό βέβαια αποτελεί ένα τεράστιο παράδοξο. Δηλαδή αν η μάνα του ήξερε ότι έγινε αριστερός και άθεος από ένα βιβλίο που αυτή του αγόρασε, φαντάζεται ότι θα στενοχωριόταν πάρα - πάρα πολύ.
Έτσι είναι όμως η ζωή. Παράξενη. Αλλοπρόσαλλη. Θυμάμαι που μου’λεγε ότι ποτέ δεν ξέρεις μια κίνηση που κάνεις αν είναι σωστή ή όχι, ένα σχέδιο που καταστρώνεις αν θα πετύχει ή όχι, μια επιλογή σου αν θα ευοδωθεί ή θα αποτύχει. Τα΄λεγε αυτά και έφερνε συνεχώς ως παράδειγμα το κουτί με τα σοκολατάκια από το Forrest Gump. Μου έκανε εντύπωση που θυμόταν την ατάκα «απ’έξω» και την έλεγε με μια αστεία αμερικανική προφορά: Forrest Gump: My momma always said, "Life was like a box of chocolates. You never know what you're gonna get." Σχεδόν φώναζε στο τέλος όταν έλεγε αποφθεγματικά ότι αυτή φίλε μου είναι η ουσία, το μυστήριο και η χαρά της ζωής!!!
Πρέπει να σου πω ότι επέλεξα να σου γράψω για το βιβλίο αυτό συμβολικά και υστερόβουλα.
Συμβολικά γιατί κάνεις μια καινούρια αρχή, σε μια άλλη κοινωνική πραγματικότητα, δηλαδή έναν καινούριο κόσμο, στον οποίο πολλές φορές μπορεί να αισθανθείς ΞΕΝΗ. Αυτό είναι ένα γεγονός, που πρέπει να αντιμετωπίσεις στο μέλλον όσο καλύτερα μπορείς και αυτό το βιβλίο (ίσως να) μπορεί να σου προσφέρει κάποια βοήθεια.
Υστερόβουλη όχι γιατί επιθυμώ να σε βάλω «στον ίσιο δρόμο», κάτι που η μάνα του Γιώργου σίγουρα σκόπευε να κάνει. Άλλωστε δεν πιστεύω σε ίσιους και στραβούς δρόμους, ούτε σε ανηφόρες και κατηφόρες. Αυτά δεν υπάρχουν.
Υστερόβουλη διότι πιστεύω σθεναρά και αταλάντευτα ότι το βιβλίο είναι ένας άλλος κόσμος, παράλληλος με την (πολλές φορές δύσκολη) πραγματικότητα που ζούμε. Την πόρτα αυτού του κόσμου σε προσκαλώ να ανοίξεις, εκεί αποσκοπώ...
Μην μασάς.
Για την ημερομηνία δεν είναι σίγουρος. Άλλωστε είναι γνωστό στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι ποτέ δεν ήταν σίγουρος για τις ημερομηνίες. Ούτε για τα ονόματα. Για τίποτα δεν είναι σίγουρος. Θυμάμαι ότι με απολογητικό ύφος μου’λεγε ότι μόνο τα καθαρά πρόσωπα τον ενδιαφέρουν και τα συναισθήματα, τα υπόλοιπα, λέει, δεν τα συγκρατούσε εύκολα.
Πρέπει όμως να ήταν χειμώνας του 1990. Άφηνε πίσω του τον κόσμο της αθωότητας και έμπαινε σε έναν θαυμαστό καινούριο κόσμο. Τον κόσμο της αμφισβήτησης και της διαμαρτυρίας. Επιτέλους ζούσε.
Περπατούσαν μαζί στην Κανακάρη, όταν ξαφνικά σταμάτησαν σε ένα μικρό βιβλιοπωλείο, στην Στοά, δίπλα στις 9 Μούσες, για να αγοράσει η μάνα του ένα βιβλίο.
Από την αρχή κατάλαβε φυσικά ότι η σκέψη της ήταν υστερόβουλη. Κάτι άλλο πρέπει να είχε στο μυαλό της. Υποψιάστηκε ότι στην προσπάθειά της να «τον βάλει στον ίσιο δρόμο», σκόπευε να αγοράσει ένα βιβλίο για αυτόν και όχι για την ίδια. Δεν της χάλασε το χατίρι και κρυφογελώντας την ακολούθησε στο βιβλιοπωλείο.
Αφού πρώτα η μάνα του και ο ευτραφής βιβλιοπώλης αντάλλαξαν τις τετριμμένες κουβέντες, που επέβαλε η αστική τους ευγένεια, η μάνα του επιδόθηκε σε μια ολιγόλεπτη αναζήτηση κάποιου βιβλίου. Γρήγορα όμως αποκαρδιώθηκε, αφού δήθεν δεν έβρισκε το βιβλίο που έψαχνε.
Τότε άκουσε αυτό που υπομονετικά τόση ώρα περίμενε.
«Μήπως, αγαπητέ, έχετε κάποιο βιβλίο να προτείνετε στον Γιώργο;».
Τότε δεν κρατήθηκε και ξέσπασε σε γέλια, έτσι ώστε να καταλάβει η μάνα του ότι γνώριζε το σχέδιό της. Τον είδε να μπαίνει σε μία αποθηκούλα και να προσποιείται ότι ψάχνει για το βιβλίο που θα ταίριαζε σε έναν πιτσιρικά με αδιάφορο και λίγο καχύποπτο βλέμμα. Ένα περίεργο παιδί. Έναν φυσιολογικό έφηβο.
Όταν γύρισε κρατούσε στα χέρια του ένα βιβλίο σχετικά μικρό, με περίεργο τίτλο και ακόμα πιο περίεργο εξώφυλλο.
Αυτό που του έκανε εντύπωση βέβαια ήταν ότι ο βιβλιοπώλης, ξεπερνώντας κάθε όριο, του δήλωσε ότι χάρηκε πολύ που τον γνώρισε!!! Του’ρθε να τον ρωτήσει πότε πρόλαβε και τον «γνώρισε» ο μαλάκας, αλλά προτίμησε να αφήσει ασχολίαστη την υποκρισία του έμπορου βιβλίων, γιατί δεν ήθελε να φέρει σε δύσκολη θέση τη μάνα του...
Εννοείται ότι όταν έφτασε σπίτι εναπόθεσε το βιβλίο στην μοναξιά της βιβλιοθήκης του.
Πέρασαν κάποια χρόνια, πρέπει να ήταν πλέον καλοκαίρι του 1994 ή του 1995, δεν θυμάται καλά, όταν ένα απόγευμα το βλέμμα του έπεσε πάνω στο βιβλίο, το οποίο έπιασε στα χέρια του και άρχισε δειλά – δειλά να το ξεφυλλίζει.
Στην αρχή με δυσπιστία, αφού γνωρίζοντας πάρα πολύ καλά τις θεωρίες της μάνας του, νόμιζε ότι το βιβλίο θα πραγματεύεται ζητήματα άσχετα με τα ενδιαφέροντά του.
Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι το συγκεκριμένο βιβλίο καμία σχέση δεν είχε με τα «πιστεύω» της μάνας του, κάτι που επιβεβαιωνόταν σε κάθε σελίδα του. Έκτοτε το βιβλίο αυτό το έχει διαβάσει αρκετές φορές.
Το μεγαλύτερο μέρος της δικής του κοσμοθεωρίας διαμορφώθηκε και εδράζεται στο περιεχόμενο του βιβλίου αυτού.
Αυτό βέβαια αποτελεί ένα τεράστιο παράδοξο. Δηλαδή αν η μάνα του ήξερε ότι έγινε αριστερός και άθεος από ένα βιβλίο που αυτή του αγόρασε, φαντάζεται ότι θα στενοχωριόταν πάρα - πάρα πολύ.
Έτσι είναι όμως η ζωή. Παράξενη. Αλλοπρόσαλλη. Θυμάμαι που μου’λεγε ότι ποτέ δεν ξέρεις μια κίνηση που κάνεις αν είναι σωστή ή όχι, ένα σχέδιο που καταστρώνεις αν θα πετύχει ή όχι, μια επιλογή σου αν θα ευοδωθεί ή θα αποτύχει. Τα΄λεγε αυτά και έφερνε συνεχώς ως παράδειγμα το κουτί με τα σοκολατάκια από το Forrest Gump. Μου έκανε εντύπωση που θυμόταν την ατάκα «απ’έξω» και την έλεγε με μια αστεία αμερικανική προφορά: Forrest Gump: My momma always said, "Life was like a box of chocolates. You never know what you're gonna get." Σχεδόν φώναζε στο τέλος όταν έλεγε αποφθεγματικά ότι αυτή φίλε μου είναι η ουσία, το μυστήριο και η χαρά της ζωής!!!
Πρέπει να σου πω ότι επέλεξα να σου γράψω για το βιβλίο αυτό συμβολικά και υστερόβουλα.
Συμβολικά γιατί κάνεις μια καινούρια αρχή, σε μια άλλη κοινωνική πραγματικότητα, δηλαδή έναν καινούριο κόσμο, στον οποίο πολλές φορές μπορεί να αισθανθείς ΞΕΝΗ. Αυτό είναι ένα γεγονός, που πρέπει να αντιμετωπίσεις στο μέλλον όσο καλύτερα μπορείς και αυτό το βιβλίο (ίσως να) μπορεί να σου προσφέρει κάποια βοήθεια.
Υστερόβουλη όχι γιατί επιθυμώ να σε βάλω «στον ίσιο δρόμο», κάτι που η μάνα του Γιώργου σίγουρα σκόπευε να κάνει. Άλλωστε δεν πιστεύω σε ίσιους και στραβούς δρόμους, ούτε σε ανηφόρες και κατηφόρες. Αυτά δεν υπάρχουν.
Υστερόβουλη διότι πιστεύω σθεναρά και αταλάντευτα ότι το βιβλίο είναι ένας άλλος κόσμος, παράλληλος με την (πολλές φορές δύσκολη) πραγματικότητα που ζούμε. Την πόρτα αυτού του κόσμου σε προσκαλώ να ανοίξεις, εκεί αποσκοπώ...
Μην μασάς.
2 σχόλια:
sto dromo pou mpikes kai esu eho idi mpi kai ego, ohi dioti me epises i prospathises me to zori, alla epidi mou milises kai mou edixes me polu apla kai alithina logia, kai na to thimase panta tha eisai to "proto paidi" gia mena (an kai otan sou milao den akous alla akous). kai min anisihis mono tsihla masao.
Μήνυμα ελήφθη.
Συνέχισε να μασάς μόνο τσίχλες και θα όλα θα πάνε καλά.
κύριος - θείος - νίκος
Δημοσίευση σχολίου