Στα μαθητικά μου χρόνια, πέρασα απ’ όλες τις φάσεις του επαγγελματικού (απο)προσανατολισμού που περνάει κάθε παιδί που ψάχνει να κάνει στη ζωή του κάτι σχετικό με αυτά που διαβάζει στα σχολικά βιβλία. Το δικό μου δράμα ήταν λίγο μεγαλύτερο γιατί έψαχνα και εκτός σχολικών βιβλίων. Έτσι από την πυρηνική φυσική, πέρασα στα μαθηματικά για να καταλήξω στην ιατρική με έναν ενδιάμεσο σταθμό στη βιολογία. Τελικά, η απόφαση πάρθηκε: το παιδί θα γίνει γιατρός. Τι του λείπει; Κλεισμένο μέσα, διαβάζει συνέχεια, πάντα πρώτος στα μαθήματα, ούτε βόλτες, ούτε παρέες, σωστό «σπασικλάκι». Μπορεί άνετα να γίνει γιατρός.
Το εγχείρημα, όμως, απέτυχε τρις. Μυστήριο γαρ, το μυστήριο των πανελλαδικών, γενικών, εισαγωγικών εξετάσεων ή όπως αλλιώς έχει ονοματιστεί αυτή η διαδικασία που κάνει τον χέστη αστυνομικό, τον έκφυλο θεολόγο και τον μη-άνθρωπο γιατρό. Πριν ολοκληρωθούν οι τρείς προσπάθειες, βρέθηκα να σπουδάζω Φυσιολογία στο Πανεπιστήμιο του Leeds. Έφυγα από τη χώρα αλλά τον επαγγελματικό (απο)προσανατολισμό τον πήρα μαζί μου. Τον πρώτο χρόνο κατάφερα να περάσω με επιτυχία τις εξετάσεις μου χρησιμοποιώντας ένα μικρό μαγνητόφωνο για να ηχογραφώ και να ξανα-ακούω το βράδυ τις διαλέξεις. Παράλληλα όμως ξημεροβραδιαζόμουν έξω από το γραφείο του «Προέδρου» (ελεύθερη μετάφραση) της Ιατρικής Σχολής με ένα απλό αίτημα: να με αφήσουν κατά το δεύτερο έτος να κάνω το μάθημα της ανατομίας. Θυμάμαι ακόμα το φόβο μου, έξω από το γραφείο του, κατά την διάρκεια της ολιγόλεπτης αναμονής. Έπρεπε οπωσδήποτε να τα καταφέρω. Προβάριζα τα αγγλικά που μου είχε μάθει ο γείτονας του διπλανού δωματίου στην εστία (ο Christopher), δοκίμαζα πειστικές δικαιολογίες και επιχειρήματα για να στηρίξω το αίτημα. Φοβόμουν, γιατί για έναν αποτυχημένο (στις γενικές εξετάσεις) έλληνα, που δεν μπορούσε να μπει στην Ιατρική (σε αγγλικό πανεπιστήμιο) από την πόρτα, η μόνη ελπίδα ήταν το παράθυρο. Η ελπίδα μου ήταν πως μαζί με το πτυχίο, αν έχω κάνει και το μάθημα της ανατομίας θα είχα ένα «μπόνους» στην προσπάθεια να μπω στην Ιατρική Σχολή ως πτυχιούχος Φυσιολόγος (κάτι δύσκολο αλλά όχι απίθανο).
Ο Πρόεδρος της Ιατρικής με αντιμετώπισε καλύτερα απ’ ότι περίμενα. Μου τόνισε ότι αυτό που ζητούσα δεν είχε γίνει ποτέ, μου επισήμανε ότι δεν θα ήταν καθόλου εύκολο να τα βγάλω πέρα, αν προσέθετα ένα τόσο δύσκολο μάθημα σαν της ανατομίας στα μαθήματα μου του δεύτερου χρόνου και με παρέπεμψε στο Τμήμα Ανατομίας λέγοντας ότι μόνο αυτοί θα μπορούσαν να με δεχθούν αν ήθελαν. Η γραμματέας της Ανατομίας με έστειλε στον δεύτερο στην ιεραρχία στο Τμήμα τον Dr. Lagopoulos (ναι, ήταν ένας τρελο-έλληνας – νομίζω Κερκυραίος – που ζούσε από φοιτητής στην Αγγλία). Το γραφείο του ήταν απέναντι από του Επικεφαλής του Τμήματος (Head of Department – «Κεφαλή του Τμήματος») και στην πόρτα υπήρχε μια επιγραφή «Foot of Department» («Πόδια του Τμήματος»). Το ανέκδοτο του τρελο-έλληνα με χαλάρωσε και μιας και ο ίδιος ήταν μια εξελληνισμένη έκδοση άγγλου καθηγητή, μπήκα με άνεση και είπα τον «πόνο» μου. Ο Dr. Lagopoulos δέχτηκε την πρόκληση μου, μαζί και εμένα στο μάθημα της ανατομίας.
Άκουγα να λένε (όσο ακόμα ετοιμαζόμουν για τις γενικές εξετάσεις) ότι η επίσκεψη στο νεκροτομείο είναι μια δύσκολη εμπειρία. Εγώ ομολογώ ότι δεν κατάλαβα απολύτως τίποτα. Ήταν τόσο μεγάλη η μανία μου να το κάνω (το μάθημα της Ανατομίας), είχα δώσε τόσο αγώνα και είχα περάσει τόσες αγωνίες, που τα παρασκευάσματα στο νεκροτομείου μου φάνηκαν απλά εργαλεία για την απόκτηση της γνώσης.
Στο μάθημα, όμως, της ανατομίας υπήρχε και ένα εργαστήριο που λεγόταν “Live Anatomy”, κάτι σα να λέμε «ζωντανή ανατομία». Η ιδέα ήταν απλή: το μάθημα της ανατομίας θα γινόταν, όχι πάνω σε πτώμα αλλά πάνω σε ζωντανά άτομα. Η ιδέα ήταν όντως απλή μέχρι που στο πρώτο μάθημα πήρα από τον φροντιστή μας τις σημειώσεις και μετά τις πρώτες οδηγίες άκουσα το παράγγελμα «σχηματίστε ομάδες των τεσσάρων και γδυθείτε». Μου έμοιαζε αρκετά διεγερτική η ιδέα (ήμουν και εγώ ένας ορμονο-φορτισμένος νέος) να κάνω το μάθημα της ζωντανής ανατομίας πάνω σε άλλους και κατά προτίμηση αγγλίδες φοιτήτριες της Ιατρικής. Μου θύμιζε κάτι από αυτό που σκανδαλιάρικα χρησιμοποιούσα στην μετέπειτα ζωή μου: «να παίξουμε το γιατρό».
Φυσικά, δεν ήμουν ο μόνος που πάγωσε στο άκουσμα του παραγγέλματος. Είδα γύρω μου τους άλλους φοιτητές (όλοι – εκτός από μένα – της Ιατρικής, όλα εγγλεζάκια) να χλομιάζουν και να τα χάνουν. Ο φροντιστής μας, ένα πολύ καλό παιδί (γιατρός, ετοιμαζόταν για το F.R.C. της Ανατομίας) που κατάλαβε (γιατί εσκεμμένα είχε προκαλέσει) την αμηχανία, κοντοστάθηκε για να μας εξηγήσει: σε κάθε ομάδα θα γδυνόταν εναλλάξ μόνο ένας και αυτός για εξέταση όχι για όργιο! Είπε όμως κάτι χαρακτηριστικό που από τότε μου έχει μείνει: «Θέλω να θυμάστε την ντροπή που νοιώθετε την ώρα που γδύνεστε μπροστά στους συναδέλφους σας. Θέλω να την θυμάστε όταν θα αντιμετωπίζετε στο μέλλον τους ασθενείς σας. Και αυτοί θα νοιώθουν την ίδια ακριβώς ή μεγαλύτερη ντροπή αλλά επιπλέον θα νοιώθουν και φόβο γιατί σίγουρα δεν θα έχουν έρθει σε σας χωρίς λόγο».
Το περιστατικό αυτό, τότε, μου έφερε δύο σκέψεις στο μυαλό. Θυμήθηκα τον μαθηματικό μου στο γυμνάσιο να μας λέει ότι η σχέση μας, η σχέση καθηγητή – μαθητή δεν είναι καθόλου ισότιμη και καθόλου δημοκρατική. Έλεγε, «η ίδια μου η θέση μου δίνει τεράστια εξουσία επάνω σας, το πρόβλημα για μένα σαν καθηγητή είναι να χρησιμοποιήσω σωστά και δίκαια αυτή την εξουσία». Αν αυτό είναι αλήθεια για την σχέση καθηγητή – μαθητή, για τη σχέση γιατρού – ασθενή πόσο πιο έντονη είναι;
Από αυτή την σκέψη, συνειρμικά πήγα στην άλλη:
Όταν είχα πρωτοδιαβάσει τον όρκο του Ιπποκράτη μου είχε φανεί λίγο «ανώμαλη» η σπουδή του συντάκτη του να επισημαίνει την αποχή από τις γενετήσιες πράξεις κάθε είδους και παραλλαγής. Ήμουν τότε μαθητής (και παρά την ορμονο-φόρτιση) δεν κατανοούσα γιατί να πρέπει ντε και καλά να σκεφτεί ο γιατρός όλα αυτά που σκεφτόταν ο συντάκτης του όρκου και ήθελε να τα απογορεύσει. Αργότερα, όταν άρχισα να υποψιάζομαι τα περίεργα της ανθρώπινης φύσης, μπόρεσα να καταλάβω γιατί ακόμα και στον όρκο του Ιπποκράτη είναι απαραίτητες αυτές οι ρητές απαγορεύσεις.
Στην πρωτόγονη μορφή μας, ο κορεσμός της πείνας, της οποιαδήποτε πείνας, η ίδια η επιβίωση είναι αυτοσκοπός. Στον άγριο πρωτόγονο άνθρωπο όλα επιτρέπονται για να ικανοποιήσει την πείνα του, τις ορμές του και να διατηρήσει την κυριαρχία του στην αγέλη. Έτσι θα επιβιώσει, έτσι θα διατηρήσει τα γονίδια του. Ωστόσο στην διάρκεια της εξέλιξης του ανθρώπου, η θεμελίωση της συμβιωτικής κοινωνίας απαιτούσε την μερική υπέρβαση της πρωτόγονης φύσης. Εξάλλου, γι’ αυτό φρόντισε και η ίδια η βιολογική μας εξέλιξη, η ίδια η φύση: οι πρωτόγονες λειτουργίες παραγκωνίστηκαν στο πίσω μέρος του εγκεφάλου μας, για να θρονιαστούν οι εξελιγμένες και ανώτερες λειτουργίες, η νόηση, στο μπροστινό μέρος. Με τη βοήθεια αυτού του νέου εγκεφάλου, ο άνθρωπος κλήθηκε να παραμερίσει, η έστω να περιορίσει και να εκλογικεύσει τις πρωτόγονες ανάγκες του στο πλαίσιο της κοινωνίας.
Παρ’ όλα αυτά, το πρωτόγονο τμήμα του εγκεφάλου δεν εξαφανίστηκε. Υπάρχουν φορές που ξυπνάει μέσα μας ο πρωτόγονος εαυτός μας. Αρκεί μόνο λίγη ελευθερία ή ελευθεριότητα, αρκεί λίγη δόση εξουσίας επί του άλλου (ή των άλλων) και να σου, ξεπηδάει ο πρωτόγονος εαυτός, αυτός που παίρνει από μόνος του το ελεύθερο να χορτάσει τις πρωτόγονες ορέξεις του για επιβολή και κάθε είδους απόλαυση.
Στην ταινία του Roman Polanski «Death and the Maiden» (1994, βασισμένο στο θεατρικό έργο του Ariel Dorfman, Χιλιανού εξόριστου που απέδρασε από το καθεστώς του Augusto Pinochet), η ηρωίδα της ταινίας αναγνωρίζει στο πρόσωπο του επισκέπτη που φέρνει ο άντρας της στο σπίτι, τον γιατρό - βασανιστή της κατά τη διάρκεια της κράτησης της από το προηγούμενο φασιστικό καθεστώς, στην (απροσδιόριστη) Νοτιο-Αμερικάνικη χώρα στην οποία εκτυλίσσεται η ταινία. Ο σύζυγος της είναι δικηγόρος που μάχεται για την τιμωρία των βασανιστών του καθεστώτος. Η ηρωίδα αιχμαλωτίζει και απειλεί τον βασανιστή της να ομολογήσει ότι είναι αυτός ο γιατρός που την βασάνιζε και τη βίαζε (με καλυμμένα τα μάτια της) ενώ μέσα στο χώρο των βασανιστηρίων της φυλακής έπαιζε το «Death and the Maiden Quartet» του Schubert. Η καταληκτική ομολογία του γιατρού – βασανιστή στην ταινία είναι μια συγκλονιστική μαρτυρία αυτής της τραγικής αλήθειας του ανθρώπου: οι κατάλληλες συνθήκες δύναμης, εξουσίας και επιβολής ενός ανθρώπου σε άλλον μπορούν να τον μετατρέψουν σε πρωτόγονο άνθρωπο, σε σαδιστή βασανιστή, στο μυαλό του οποίου οι ανεπτυγμένες λειτουργίες της νόησης (μαζί τους και η ηθική και η συνείδηση) υποχωρούν μπροστά στις πρωτόγονες. Είναι μεν ακραίο το παράδειγμα της ταινίας αλλά, νομίζω βοηθάει στην κατανόηση του προβλήματος.
Θα μπορούσα να κλείσω εδώ το μακροσκελές σημείωμα μου με προφανή την πηγή έμπνευσης που το προκάλεσε. Ωστόσο, θα ήταν ημιτελές γιατί γυρνάνε στο μυαλό μου δύο ακόμα βιωματικά στοιχεία που συμπληρώνουν την εικόνα. Θα τα αναφέρω με αντίστροφη χρονολογική σειρά.
Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα ξεκίνησα ένα διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας που δεν τελείωσε ποτέ. Ασχολήθηκα για λίγο με την ανάλυση σημάτων (επιστημονικό πεδίο με το οποίο δεν συμφιλιώθηκα ποτέ). Ως μέρος αυτής της ενασχόλησης καταγράφαμε σήματα καρδιογραφήματος στον υπολογιστή για περεταίρω ανάλυση από το τεστ κοπώσεως. Το τεστ κοπώσεως είναι ένα διαγνωστικό εργαλείο στην καρδιολογία το οποίο μπορεί να εμφανίσει παθολογικά ευρήματα ακόμα και αν το κλασικό καρδιογράφημα ηρεμίας είναι απολύτως καθαρό. Απλά το καρδιογράφημα λαμβάνεται ενώ ο ασθενής βρίσκεται καλωδιωμένος πάνω σε ένα διάδρομο γυμναστηρίου, στον οποίο αυξάνεται σταδιακά το επίπεδο άσκησης. Προφανώς οι ασθενείς που κάποια στιγμή στη ζωή τους θα βρεθούν πάνω στο συγκεκριμένο διάδρομο δεν βρίσκονται εκεί για πλάκα. Στο εργαστήριο του νοσοκομείου ο καρδιογράφος και ο διάδρομος ήταν πίσω από ένα παραβάν, ενώ ο υπολογιστής μας κατέγραφε ανενόχλητος, μακριά από το γιατρό και τον ασθενή τα καρδιογραφήματα για περεταίρω ανάλυση. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια συνεδρία που ο γιατρός της ομάδας άφησε επίτηδες το παραβάν ανοιχτό προς τους δύο μας που φροντίζαμε την καταγραφή. Στο διάδρομο ήταν καλωδιωμένη, γυμνή από τη μέση και πάνω, μία νεαρή κοπέλα γύρω στα τριάντα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα της στην μία και μοναδική ματιά που τόλμησα να ρίξω, στο οποίο ήταν ζωγραφισμένη η ντροπή και η απόγνωση που είχε προκαλέσει το τεστ κοπώσεως της αξιοπρέπειας της μπροστά σε τρεις άνδρες, ένα γιατρό και δύο άσχετους. Για μια στιγμή σκέφτηκα να σηκωθώ και να τραβήξω το παραβάν μπροστά μας. Αλλά τι γνώριζα εγώ; Εγώ είχα σπουδάσει φυσιολογία στην Αγγλία ενώ ο γιατρός της ομάδας είχε σπουδάσει Ιατρική στην Ελλάδα! Εξάλλου η αποκάλυψη προς εμάς της ατυχούς ασθενούς ήταν μια «προσφορά» στα παιδιά που θα τον βοηθούσαν να προσθέσει μία ακόμα δημοσίευση στο βιογραφικό του, μια επίδειξη των «τυχερών» που προσφέρει η απόλυτη εξουσία του επαγγέλματος. Έτσι το ερμήνευσα τότε, αλλά εγώ δεν ήμουν παρά ένας απλός Φυσιολόγος.
Με όλα αυτά τα γεγονότα στο μυαλό σκέφτηκα ότι δεν ήταν καθόλου τυχαίο κάτι άλλο που χωρίς να συνειδητοποιώ τότε έκανα κατά την διάρκεια των φοιτητικών μου χρόνων στην Αγγλία. Από παιδί μου άρεσαν τα «εξωσχολικά» βιβλία και την συνήθεια την κράτησα και ως φοιτητής. Ήταν κάτι σαν επανάσταση στην εξουσία δασκάλου και σχολείου (όπως την εννοούσε ο μαθηματικός μου) επί του μαθητή: το δικό μου πνεύμα ελευθερίας μου επέβαλε να ασκώ βέτο και να ψάχνω για ενδιαφέρουσα γνώση ελεύθερα, χωρίς περιορισμούς και κανόνες διδακτέας ύλης. Το ίδιο ξεκίνησα να κάνω και στο πανεπιστήμιο. Ετοιμαζόμουν, για την τέταρτη και πέμπτη αποτυχημένη προσπάθεια εισόδου στην Ιατρική και έπρεπε να γνωρίζω πολλά για να παλέψω αποτελεσματικότερα. Τα απογεύματα χανόμουν στην βιβλιοθήκη της Ιατρικής και «δαιμόνιζα» τη βιβλιοθηκονόμο με τις αναζητήσεις μου. Την ησυχία της τη βρήκε μόνο όταν έπεσα πάνω στο Περιοδικό «Medical Ethics» (Ιατρική Ηθική). Νομίζω ότι είχα τότε φτάσει να διαβάσω σχεδόν όλα τα σημαντικά άρθρα από όλους τους τόμους του περιοδικού που διέθετε η βιβλιοθήκη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια δημοσίευση Ελλήνων επιστημόνων η οποία κατέγραφε και κατέκρινε την «πατερναλιστική» στάση των Ελλήνων Ιατρών στην άσκηση του λειτουργήματος τους: την συνήθεια τους να παίρνουν εκείνοι αποφάσεις για τον ασθενή, χωρίς να τον ενημερώνουν επαρκώς, ζυγίζοντας εκείνοι τα υπέρ και τα κατά της μίας ή της άλλης θεραπείας ή ακόμα και της μη θεραπείας.
Η Ιατρική Ηθική, σαν τομέας της επιστήμης, έχει λόγο ύπαρξης και πρέπει να κατέχει σημαντική θέση στην γνωστική φαρέτρα κάθε λειτουργού της υγείας, ακριβώς γιατί τα λεπτά και σημαντικά θέματα ηθικής που εμπλέκονται στην ιατρική πρακτική δεν λύνονται αβασάνιστα και αβίαστα ακόμα και αν χρησιμοποιηθεί ο απαίδευτος ανώτερος εγκέφαλος του ανθρώπου. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το δικαίωμα στην επιλογή, ο σεβασμός στον ασθενή είναι θέματα που δεν μπορούν να επαφίενται αβασάνιστα στην προσωπική κουλτούρα, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες κάθε γιατρού. Όλα αυτά τα σπουδαία και σημαντικά στοιχεία που συνοδεύουν και πολλές φορές συμπληρώνουν και ενισχύουν την θεραπεία μπορούν και πρέπει να διδάσκονται, επιβάλλεται να είναι μέρος της επιστημονικής κατάρτισης ενός ιατρού.
Δυστυχώς όμως η καθημερινότητα μας βρίθει με παραδείγματα απέναντι στα οποία και μόνο η φράση «Ιατρική Ηθική» μοιάζει με σύντομο ανέκδοτο. Γιατί, ενώ η Ιατρική Ηθική δεν βρήκε ποτέ την θέση που της αρμόζει στο Ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης των γιατρών, ενώ η παιδεία και η κουλτούρα που καλλιεργείται στα αμφιθέατρα και τις κλινικές ταιριάζει περισσότερο σε φοιτητές του Master in Business Administration, η ασφάλιση για Ιατρική αμέλεια έχει μπει στον ιατρικό μας πολιτισμό και ο όρκος σιωπής απέναντι στην κακή πρακτική του ιατρικού κλάδου φιμώνει γιατρούς τε και ασθενείς. Μόνο η απώλεια προσφιλούς προσώπου είναι ικανή να ανοίξει τα στόματα και την συζήτηση για το θέμα. Αλλά δυστυχώς ακόμα και σε αυτή την περίπτωση ο γιατρός δικάζεται μόνο για ιατρική αμέλεια. Κανένας γιατρός δεν δικάστηκε ποτέ γιατί δεν ήταν άνθρωπος και αυτό γιατί όπως θα πιστοποιήσουν και οι δικηγόροι της παρέας μας, ο ηθικός νόμος μένει συχνά έξω από τα δικαστήρια.
Και πάλι αναρωτιέμαι, τι να γνωρίζω εγώ; Με τι δικαίωμα μιλάω; Εγώ είμαι ένας απλός Φυσιολόγος...
Γ.Π.Κ.
Υ.Γ. 1: Όσο έντονα και να βίωσαν οι συμμετέχοντες το επεισόδιο της ανάρτησης που ενέπνευσε την παρούσα, μου μοιάζει απόλυτα ερμηνεύσιμο. Εξάλλου μοιάζει σχεδόν πταίσμα αν φανταστεί κανείς ότι η απουσία «Ιατρικής Ηθικής» οδηγεί σε καταστάσεις που κοστίζουν αναίτια δάκρυα, πόνο και ζωές...
Υ.Γ. 2: Παρ’ όλα αυτά υποκλίνομαι με σεβασμό μπροστά στη μη αποσιώπηση του επεισοδίου όπως βολικά θα κάναμε οι περισσότεροι για τα «ησυχότερα» (που μας έχουν ρημάξει!).
Υ.Γ. 3: Για την περιπέτεια της γιαγιάς στο νοσοκομείο δεν βρήκα το χρόνο να γράψω. Φαίνεται όμως ότι οφείλεται και αυτή σε εκείνη την «ιατρική ηθική» που για κάποιο λόγο στέλνει παθολογικό περιστατικό στο χειρουργικό (για να «ξεφορτωθεί η ξανθιά γιατρός τη γριά»), φορτώνει έναν ογδοντάχρονο ασθενή με 8 λίτρα ορού χωρίς να μετράει αν τα βγάζει (δεν τα έβγαλε παρά μόνο μετά από «δολοφονικές» δόσεις διουρητικών) και παίρνει χωρίς να ρωτάει κανέναν μας αποφάσεις για το εάν και πως θα «φύγει» η γιαγιά. Ευτυχώς που η ηθική του μακαρίτη του άντρα της, με όπλισε με την αδίστακτη δύναμη να αποφασίσω εγώ (και να πείσω τα παιδιά της) να κάνουν τις σωστές επιλογές για την θεραπεία της (ήταν ένα απλό ηρεμιστικό για να καταπολεμηθεί η υπερδιέγερση της κορτιζόνης που έκανε την γιαγιά να μοιάζει σαν παραφρονημένη και άρνηση των διουρητικών που συνεχίζονταν ακόμα και όταν ξεφορτώθηκε τα 8 λίτρα ορού που πήρε χωρίς κανένα ιδιαίτερο λόγο!). Η γιαγιά σήμερα είναι στο σπίτι της στο χωριό προσπαθώντας ακόμα (τρεις μήνες μετά) να ανακάμψει από τις ιατρικές παρεμβάσεις που προκάλεσε ένα απλό κρυολόγημα! Τελικά, αν είναι ένας άνθρωπος μας να «φύγει» καλύτερα το εάν, πως και πότε να έχουμε το δικαίωμα να το αποφασίσουμε εμείς οι συγγενείς αν όχι ο ίδιος. Είναι αμαρτία να πάει από «ιατρική αδιαφορία».
Ο Πρόεδρος της Ιατρικής με αντιμετώπισε καλύτερα απ’ ότι περίμενα. Μου τόνισε ότι αυτό που ζητούσα δεν είχε γίνει ποτέ, μου επισήμανε ότι δεν θα ήταν καθόλου εύκολο να τα βγάλω πέρα, αν προσέθετα ένα τόσο δύσκολο μάθημα σαν της ανατομίας στα μαθήματα μου του δεύτερου χρόνου και με παρέπεμψε στο Τμήμα Ανατομίας λέγοντας ότι μόνο αυτοί θα μπορούσαν να με δεχθούν αν ήθελαν. Η γραμματέας της Ανατομίας με έστειλε στον δεύτερο στην ιεραρχία στο Τμήμα τον Dr. Lagopoulos (ναι, ήταν ένας τρελο-έλληνας – νομίζω Κερκυραίος – που ζούσε από φοιτητής στην Αγγλία). Το γραφείο του ήταν απέναντι από του Επικεφαλής του Τμήματος (Head of Department – «Κεφαλή του Τμήματος») και στην πόρτα υπήρχε μια επιγραφή «Foot of Department» («Πόδια του Τμήματος»). Το ανέκδοτο του τρελο-έλληνα με χαλάρωσε και μιας και ο ίδιος ήταν μια εξελληνισμένη έκδοση άγγλου καθηγητή, μπήκα με άνεση και είπα τον «πόνο» μου. Ο Dr. Lagopoulos δέχτηκε την πρόκληση μου, μαζί και εμένα στο μάθημα της ανατομίας.
Άκουγα να λένε (όσο ακόμα ετοιμαζόμουν για τις γενικές εξετάσεις) ότι η επίσκεψη στο νεκροτομείο είναι μια δύσκολη εμπειρία. Εγώ ομολογώ ότι δεν κατάλαβα απολύτως τίποτα. Ήταν τόσο μεγάλη η μανία μου να το κάνω (το μάθημα της Ανατομίας), είχα δώσε τόσο αγώνα και είχα περάσει τόσες αγωνίες, που τα παρασκευάσματα στο νεκροτομείου μου φάνηκαν απλά εργαλεία για την απόκτηση της γνώσης.
Στο μάθημα, όμως, της ανατομίας υπήρχε και ένα εργαστήριο που λεγόταν “Live Anatomy”, κάτι σα να λέμε «ζωντανή ανατομία». Η ιδέα ήταν απλή: το μάθημα της ανατομίας θα γινόταν, όχι πάνω σε πτώμα αλλά πάνω σε ζωντανά άτομα. Η ιδέα ήταν όντως απλή μέχρι που στο πρώτο μάθημα πήρα από τον φροντιστή μας τις σημειώσεις και μετά τις πρώτες οδηγίες άκουσα το παράγγελμα «σχηματίστε ομάδες των τεσσάρων και γδυθείτε». Μου έμοιαζε αρκετά διεγερτική η ιδέα (ήμουν και εγώ ένας ορμονο-φορτισμένος νέος) να κάνω το μάθημα της ζωντανής ανατομίας πάνω σε άλλους και κατά προτίμηση αγγλίδες φοιτήτριες της Ιατρικής. Μου θύμιζε κάτι από αυτό που σκανδαλιάρικα χρησιμοποιούσα στην μετέπειτα ζωή μου: «να παίξουμε το γιατρό».
Φυσικά, δεν ήμουν ο μόνος που πάγωσε στο άκουσμα του παραγγέλματος. Είδα γύρω μου τους άλλους φοιτητές (όλοι – εκτός από μένα – της Ιατρικής, όλα εγγλεζάκια) να χλομιάζουν και να τα χάνουν. Ο φροντιστής μας, ένα πολύ καλό παιδί (γιατρός, ετοιμαζόταν για το F.R.C. της Ανατομίας) που κατάλαβε (γιατί εσκεμμένα είχε προκαλέσει) την αμηχανία, κοντοστάθηκε για να μας εξηγήσει: σε κάθε ομάδα θα γδυνόταν εναλλάξ μόνο ένας και αυτός για εξέταση όχι για όργιο! Είπε όμως κάτι χαρακτηριστικό που από τότε μου έχει μείνει: «Θέλω να θυμάστε την ντροπή που νοιώθετε την ώρα που γδύνεστε μπροστά στους συναδέλφους σας. Θέλω να την θυμάστε όταν θα αντιμετωπίζετε στο μέλλον τους ασθενείς σας. Και αυτοί θα νοιώθουν την ίδια ακριβώς ή μεγαλύτερη ντροπή αλλά επιπλέον θα νοιώθουν και φόβο γιατί σίγουρα δεν θα έχουν έρθει σε σας χωρίς λόγο».
Το περιστατικό αυτό, τότε, μου έφερε δύο σκέψεις στο μυαλό. Θυμήθηκα τον μαθηματικό μου στο γυμνάσιο να μας λέει ότι η σχέση μας, η σχέση καθηγητή – μαθητή δεν είναι καθόλου ισότιμη και καθόλου δημοκρατική. Έλεγε, «η ίδια μου η θέση μου δίνει τεράστια εξουσία επάνω σας, το πρόβλημα για μένα σαν καθηγητή είναι να χρησιμοποιήσω σωστά και δίκαια αυτή την εξουσία». Αν αυτό είναι αλήθεια για την σχέση καθηγητή – μαθητή, για τη σχέση γιατρού – ασθενή πόσο πιο έντονη είναι;
Από αυτή την σκέψη, συνειρμικά πήγα στην άλλη:
Ορκίζομαι στο θεό Απόλλωνα τον ιατρό και στο θεό Ασκληπιό και στην Υγεία και στην Πανάκεια και επικαλούμενος τη μαρτυρία όλων των θεών ότι θα εκτελέσω κατά τη δύναμη και την κρίση μου τον όρκο αυτόν και τη συμφωνία αυτή. Να θεωρώ τον διδάσκαλό μου της ιατρικής τέχνης ίσο με τους γονείς μου και την κοινωνό του βίου μου. Και όταν χρειάζεται χρήματα να μοιράζομαι μαζί του τα δικά μου. Να θεωρώ την οικογένειά του αδέλφια μου και να τους διδάσκω αυτήν την τέχνη αν θέλουν να την μάθουν χωρίς δίδακτρα ή άλλη συμφωνία. Να μεταδίδω τους κανόνες ηθικής, την προφορική διδασκαλία και όλες τις άλλες ιατρικές γνώσεις στους γιους μου, στους γιους του δασκάλου μου και στους εγγεγραμμένους μαθητές που πήραν τον ιατρικό όρκο, αλλά σε κανέναν άλλο. Θα χρησιμοποιώ τη θεραπεία για να βοηθήσω τους ασθενείς κατά τη δύναμη και την κρίση μου, αλλά ποτέ για να βλάψω ή να αδικήσω. Ούτε θα δίνω θανατηφόρο φάρμακο σε κάποιον που θα μου το ζητήσει, ούτε θα του κάνω μια τέτοια υπόδειξη. Παρομοίως, δεν θα εμπιστευτώ σε έγκυο μέσο που προκαλεί έκτρωση. Θα διατηρώ αγνή και άσπιλη και τη ζωή και την τέχνη μου. Δεν θα χρησιμοποιώ νυστέρι ούτε σε αυτούς που πάσχουν από λιθίαση, αλλά θα παραχωρώ την εργασία αυτή στους ειδικούς της τέχνης. Σε όσα σπίτια πηγαίνω, θα μπαίνω για να βοηθήσω τους ασθενείς και θα απέχω από οποιαδήποτε εσκεμμένη βλάβη και φθορά, και ιδίως από γενετήσιες πράξεις με άνδρες και γυναίκες, ελεύθερους και δούλους. Και όσα τυχόν βλέπω ή ακούω κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή και πέρα από τις επαγγελματικές μου ασχολίες στην καθημερινή μου ζωή, αυτά που δεν πρέπει να μαθευτούν παραέξω δεν θα τα κοινοποιώ, θεωρώντας τα θέματα αυτά μυστικά. Αν τηρώ τον όρκο αυτό και δεν τον παραβώ, ας χαίρω πάντοτε υπολήψεως ανάμεσα στους ανθρώπους για τη ζωή και για την τέχνη μου. Αν όμως τον παραβώ και επιορκήσω, ας πάθω τα αντίθετα.
Όταν είχα πρωτοδιαβάσει τον όρκο του Ιπποκράτη μου είχε φανεί λίγο «ανώμαλη» η σπουδή του συντάκτη του να επισημαίνει την αποχή από τις γενετήσιες πράξεις κάθε είδους και παραλλαγής. Ήμουν τότε μαθητής (και παρά την ορμονο-φόρτιση) δεν κατανοούσα γιατί να πρέπει ντε και καλά να σκεφτεί ο γιατρός όλα αυτά που σκεφτόταν ο συντάκτης του όρκου και ήθελε να τα απογορεύσει. Αργότερα, όταν άρχισα να υποψιάζομαι τα περίεργα της ανθρώπινης φύσης, μπόρεσα να καταλάβω γιατί ακόμα και στον όρκο του Ιπποκράτη είναι απαραίτητες αυτές οι ρητές απαγορεύσεις.
Στην πρωτόγονη μορφή μας, ο κορεσμός της πείνας, της οποιαδήποτε πείνας, η ίδια η επιβίωση είναι αυτοσκοπός. Στον άγριο πρωτόγονο άνθρωπο όλα επιτρέπονται για να ικανοποιήσει την πείνα του, τις ορμές του και να διατηρήσει την κυριαρχία του στην αγέλη. Έτσι θα επιβιώσει, έτσι θα διατηρήσει τα γονίδια του. Ωστόσο στην διάρκεια της εξέλιξης του ανθρώπου, η θεμελίωση της συμβιωτικής κοινωνίας απαιτούσε την μερική υπέρβαση της πρωτόγονης φύσης. Εξάλλου, γι’ αυτό φρόντισε και η ίδια η βιολογική μας εξέλιξη, η ίδια η φύση: οι πρωτόγονες λειτουργίες παραγκωνίστηκαν στο πίσω μέρος του εγκεφάλου μας, για να θρονιαστούν οι εξελιγμένες και ανώτερες λειτουργίες, η νόηση, στο μπροστινό μέρος. Με τη βοήθεια αυτού του νέου εγκεφάλου, ο άνθρωπος κλήθηκε να παραμερίσει, η έστω να περιορίσει και να εκλογικεύσει τις πρωτόγονες ανάγκες του στο πλαίσιο της κοινωνίας.
Παρ’ όλα αυτά, το πρωτόγονο τμήμα του εγκεφάλου δεν εξαφανίστηκε. Υπάρχουν φορές που ξυπνάει μέσα μας ο πρωτόγονος εαυτός μας. Αρκεί μόνο λίγη ελευθερία ή ελευθεριότητα, αρκεί λίγη δόση εξουσίας επί του άλλου (ή των άλλων) και να σου, ξεπηδάει ο πρωτόγονος εαυτός, αυτός που παίρνει από μόνος του το ελεύθερο να χορτάσει τις πρωτόγονες ορέξεις του για επιβολή και κάθε είδους απόλαυση.
Στην ταινία του Roman Polanski «Death and the Maiden» (1994, βασισμένο στο θεατρικό έργο του Ariel Dorfman, Χιλιανού εξόριστου που απέδρασε από το καθεστώς του Augusto Pinochet), η ηρωίδα της ταινίας αναγνωρίζει στο πρόσωπο του επισκέπτη που φέρνει ο άντρας της στο σπίτι, τον γιατρό - βασανιστή της κατά τη διάρκεια της κράτησης της από το προηγούμενο φασιστικό καθεστώς, στην (απροσδιόριστη) Νοτιο-Αμερικάνικη χώρα στην οποία εκτυλίσσεται η ταινία. Ο σύζυγος της είναι δικηγόρος που μάχεται για την τιμωρία των βασανιστών του καθεστώτος. Η ηρωίδα αιχμαλωτίζει και απειλεί τον βασανιστή της να ομολογήσει ότι είναι αυτός ο γιατρός που την βασάνιζε και τη βίαζε (με καλυμμένα τα μάτια της) ενώ μέσα στο χώρο των βασανιστηρίων της φυλακής έπαιζε το «Death and the Maiden Quartet» του Schubert. Η καταληκτική ομολογία του γιατρού – βασανιστή στην ταινία είναι μια συγκλονιστική μαρτυρία αυτής της τραγικής αλήθειας του ανθρώπου: οι κατάλληλες συνθήκες δύναμης, εξουσίας και επιβολής ενός ανθρώπου σε άλλον μπορούν να τον μετατρέψουν σε πρωτόγονο άνθρωπο, σε σαδιστή βασανιστή, στο μυαλό του οποίου οι ανεπτυγμένες λειτουργίες της νόησης (μαζί τους και η ηθική και η συνείδηση) υποχωρούν μπροστά στις πρωτόγονες. Είναι μεν ακραίο το παράδειγμα της ταινίας αλλά, νομίζω βοηθάει στην κατανόηση του προβλήματος.
Θα μπορούσα να κλείσω εδώ το μακροσκελές σημείωμα μου με προφανή την πηγή έμπνευσης που το προκάλεσε. Ωστόσο, θα ήταν ημιτελές γιατί γυρνάνε στο μυαλό μου δύο ακόμα βιωματικά στοιχεία που συμπληρώνουν την εικόνα. Θα τα αναφέρω με αντίστροφη χρονολογική σειρά.
Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα ξεκίνησα ένα διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας που δεν τελείωσε ποτέ. Ασχολήθηκα για λίγο με την ανάλυση σημάτων (επιστημονικό πεδίο με το οποίο δεν συμφιλιώθηκα ποτέ). Ως μέρος αυτής της ενασχόλησης καταγράφαμε σήματα καρδιογραφήματος στον υπολογιστή για περεταίρω ανάλυση από το τεστ κοπώσεως. Το τεστ κοπώσεως είναι ένα διαγνωστικό εργαλείο στην καρδιολογία το οποίο μπορεί να εμφανίσει παθολογικά ευρήματα ακόμα και αν το κλασικό καρδιογράφημα ηρεμίας είναι απολύτως καθαρό. Απλά το καρδιογράφημα λαμβάνεται ενώ ο ασθενής βρίσκεται καλωδιωμένος πάνω σε ένα διάδρομο γυμναστηρίου, στον οποίο αυξάνεται σταδιακά το επίπεδο άσκησης. Προφανώς οι ασθενείς που κάποια στιγμή στη ζωή τους θα βρεθούν πάνω στο συγκεκριμένο διάδρομο δεν βρίσκονται εκεί για πλάκα. Στο εργαστήριο του νοσοκομείου ο καρδιογράφος και ο διάδρομος ήταν πίσω από ένα παραβάν, ενώ ο υπολογιστής μας κατέγραφε ανενόχλητος, μακριά από το γιατρό και τον ασθενή τα καρδιογραφήματα για περεταίρω ανάλυση. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια συνεδρία που ο γιατρός της ομάδας άφησε επίτηδες το παραβάν ανοιχτό προς τους δύο μας που φροντίζαμε την καταγραφή. Στο διάδρομο ήταν καλωδιωμένη, γυμνή από τη μέση και πάνω, μία νεαρή κοπέλα γύρω στα τριάντα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα της στην μία και μοναδική ματιά που τόλμησα να ρίξω, στο οποίο ήταν ζωγραφισμένη η ντροπή και η απόγνωση που είχε προκαλέσει το τεστ κοπώσεως της αξιοπρέπειας της μπροστά σε τρεις άνδρες, ένα γιατρό και δύο άσχετους. Για μια στιγμή σκέφτηκα να σηκωθώ και να τραβήξω το παραβάν μπροστά μας. Αλλά τι γνώριζα εγώ; Εγώ είχα σπουδάσει φυσιολογία στην Αγγλία ενώ ο γιατρός της ομάδας είχε σπουδάσει Ιατρική στην Ελλάδα! Εξάλλου η αποκάλυψη προς εμάς της ατυχούς ασθενούς ήταν μια «προσφορά» στα παιδιά που θα τον βοηθούσαν να προσθέσει μία ακόμα δημοσίευση στο βιογραφικό του, μια επίδειξη των «τυχερών» που προσφέρει η απόλυτη εξουσία του επαγγέλματος. Έτσι το ερμήνευσα τότε, αλλά εγώ δεν ήμουν παρά ένας απλός Φυσιολόγος.
Με όλα αυτά τα γεγονότα στο μυαλό σκέφτηκα ότι δεν ήταν καθόλου τυχαίο κάτι άλλο που χωρίς να συνειδητοποιώ τότε έκανα κατά την διάρκεια των φοιτητικών μου χρόνων στην Αγγλία. Από παιδί μου άρεσαν τα «εξωσχολικά» βιβλία και την συνήθεια την κράτησα και ως φοιτητής. Ήταν κάτι σαν επανάσταση στην εξουσία δασκάλου και σχολείου (όπως την εννοούσε ο μαθηματικός μου) επί του μαθητή: το δικό μου πνεύμα ελευθερίας μου επέβαλε να ασκώ βέτο και να ψάχνω για ενδιαφέρουσα γνώση ελεύθερα, χωρίς περιορισμούς και κανόνες διδακτέας ύλης. Το ίδιο ξεκίνησα να κάνω και στο πανεπιστήμιο. Ετοιμαζόμουν, για την τέταρτη και πέμπτη αποτυχημένη προσπάθεια εισόδου στην Ιατρική και έπρεπε να γνωρίζω πολλά για να παλέψω αποτελεσματικότερα. Τα απογεύματα χανόμουν στην βιβλιοθήκη της Ιατρικής και «δαιμόνιζα» τη βιβλιοθηκονόμο με τις αναζητήσεις μου. Την ησυχία της τη βρήκε μόνο όταν έπεσα πάνω στο Περιοδικό «Medical Ethics» (Ιατρική Ηθική). Νομίζω ότι είχα τότε φτάσει να διαβάσω σχεδόν όλα τα σημαντικά άρθρα από όλους τους τόμους του περιοδικού που διέθετε η βιβλιοθήκη. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια δημοσίευση Ελλήνων επιστημόνων η οποία κατέγραφε και κατέκρινε την «πατερναλιστική» στάση των Ελλήνων Ιατρών στην άσκηση του λειτουργήματος τους: την συνήθεια τους να παίρνουν εκείνοι αποφάσεις για τον ασθενή, χωρίς να τον ενημερώνουν επαρκώς, ζυγίζοντας εκείνοι τα υπέρ και τα κατά της μίας ή της άλλης θεραπείας ή ακόμα και της μη θεραπείας.
Η Ιατρική Ηθική, σαν τομέας της επιστήμης, έχει λόγο ύπαρξης και πρέπει να κατέχει σημαντική θέση στην γνωστική φαρέτρα κάθε λειτουργού της υγείας, ακριβώς γιατί τα λεπτά και σημαντικά θέματα ηθικής που εμπλέκονται στην ιατρική πρακτική δεν λύνονται αβασάνιστα και αβίαστα ακόμα και αν χρησιμοποιηθεί ο απαίδευτος ανώτερος εγκέφαλος του ανθρώπου. Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το δικαίωμα στην επιλογή, ο σεβασμός στον ασθενή είναι θέματα που δεν μπορούν να επαφίενται αβασάνιστα στην προσωπική κουλτούρα, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες κάθε γιατρού. Όλα αυτά τα σπουδαία και σημαντικά στοιχεία που συνοδεύουν και πολλές φορές συμπληρώνουν και ενισχύουν την θεραπεία μπορούν και πρέπει να διδάσκονται, επιβάλλεται να είναι μέρος της επιστημονικής κατάρτισης ενός ιατρού.
Δυστυχώς όμως η καθημερινότητα μας βρίθει με παραδείγματα απέναντι στα οποία και μόνο η φράση «Ιατρική Ηθική» μοιάζει με σύντομο ανέκδοτο. Γιατί, ενώ η Ιατρική Ηθική δεν βρήκε ποτέ την θέση που της αρμόζει στο Ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης των γιατρών, ενώ η παιδεία και η κουλτούρα που καλλιεργείται στα αμφιθέατρα και τις κλινικές ταιριάζει περισσότερο σε φοιτητές του Master in Business Administration, η ασφάλιση για Ιατρική αμέλεια έχει μπει στον ιατρικό μας πολιτισμό και ο όρκος σιωπής απέναντι στην κακή πρακτική του ιατρικού κλάδου φιμώνει γιατρούς τε και ασθενείς. Μόνο η απώλεια προσφιλούς προσώπου είναι ικανή να ανοίξει τα στόματα και την συζήτηση για το θέμα. Αλλά δυστυχώς ακόμα και σε αυτή την περίπτωση ο γιατρός δικάζεται μόνο για ιατρική αμέλεια. Κανένας γιατρός δεν δικάστηκε ποτέ γιατί δεν ήταν άνθρωπος και αυτό γιατί όπως θα πιστοποιήσουν και οι δικηγόροι της παρέας μας, ο ηθικός νόμος μένει συχνά έξω από τα δικαστήρια.
Και πάλι αναρωτιέμαι, τι να γνωρίζω εγώ; Με τι δικαίωμα μιλάω; Εγώ είμαι ένας απλός Φυσιολόγος...
Γ.Π.Κ.
Υ.Γ. 1: Όσο έντονα και να βίωσαν οι συμμετέχοντες το επεισόδιο της ανάρτησης που ενέπνευσε την παρούσα, μου μοιάζει απόλυτα ερμηνεύσιμο. Εξάλλου μοιάζει σχεδόν πταίσμα αν φανταστεί κανείς ότι η απουσία «Ιατρικής Ηθικής» οδηγεί σε καταστάσεις που κοστίζουν αναίτια δάκρυα, πόνο και ζωές...
Υ.Γ. 2: Παρ’ όλα αυτά υποκλίνομαι με σεβασμό μπροστά στη μη αποσιώπηση του επεισοδίου όπως βολικά θα κάναμε οι περισσότεροι για τα «ησυχότερα» (που μας έχουν ρημάξει!).
Υ.Γ. 3: Για την περιπέτεια της γιαγιάς στο νοσοκομείο δεν βρήκα το χρόνο να γράψω. Φαίνεται όμως ότι οφείλεται και αυτή σε εκείνη την «ιατρική ηθική» που για κάποιο λόγο στέλνει παθολογικό περιστατικό στο χειρουργικό (για να «ξεφορτωθεί η ξανθιά γιατρός τη γριά»), φορτώνει έναν ογδοντάχρονο ασθενή με 8 λίτρα ορού χωρίς να μετράει αν τα βγάζει (δεν τα έβγαλε παρά μόνο μετά από «δολοφονικές» δόσεις διουρητικών) και παίρνει χωρίς να ρωτάει κανέναν μας αποφάσεις για το εάν και πως θα «φύγει» η γιαγιά. Ευτυχώς που η ηθική του μακαρίτη του άντρα της, με όπλισε με την αδίστακτη δύναμη να αποφασίσω εγώ (και να πείσω τα παιδιά της) να κάνουν τις σωστές επιλογές για την θεραπεία της (ήταν ένα απλό ηρεμιστικό για να καταπολεμηθεί η υπερδιέγερση της κορτιζόνης που έκανε την γιαγιά να μοιάζει σαν παραφρονημένη και άρνηση των διουρητικών που συνεχίζονταν ακόμα και όταν ξεφορτώθηκε τα 8 λίτρα ορού που πήρε χωρίς κανένα ιδιαίτερο λόγο!). Η γιαγιά σήμερα είναι στο σπίτι της στο χωριό προσπαθώντας ακόμα (τρεις μήνες μετά) να ανακάμψει από τις ιατρικές παρεμβάσεις που προκάλεσε ένα απλό κρυολόγημα! Τελικά, αν είναι ένας άνθρωπος μας να «φύγει» καλύτερα το εάν, πως και πότε να έχουμε το δικαίωμα να το αποφασίσουμε εμείς οι συγγενείς αν όχι ο ίδιος. Είναι αμαρτία να πάει από «ιατρική αδιαφορία».
1 σχόλιο:
Η εξουσία, διαφθείρει
η απόλυτη εξουσία, διαφθείρει απόλυτα
Δημοσίευση σχολίου